επόμενο
προηγούμενο
στοιχεία

Ειδήσεις

Καλά νέα για τους παραθεριστές: ύδατα εξαιρετικής ποιότητας στη συντριπτική πλειονότητα των ευρωπαϊκών περιοχών κολύμβησης

Αλλαγή γλώσσας
Ειδήσεις Δημοσίευση 29/05/2018 Τελευταία τροποποίηση : 13/01/2020
1 min read
Photo: © Peter Kristensen, EEA
Παρά την ελαφρά πτώση των αποτελεσμάτων, το 85 % των περιοχών κολύμβησης σε ολόκληρη την Ευρώπη το 2017 πληρούσαν τα υψηλότερα και πλέον αυστηρά ενωσιακά πρότυπα «εξαιρετικής» ποιότητας για τα ύδατα, ως επί το πλείστον, απαλλαγμένα από ρύπους, σύμφωνα με την πιο πρόσφατη ετήσια έκθεση για την ποιότητα των ευρωπαϊκών υδάτων κολύμβησης που δημοσιεύεται σήμερα. Τα αποτελέσματα παρέχουν μια καλή ένδειξη των τόπων διακοπών στους οποίους οι παραθεριστές μπορούν να βρουν τα βέλτιστης ποιότητας ύδατα κολύμβησης το φετινό καλοκαίρι.

Η μείωση της ρύπανσης των υδάτων είναι προς όφελος της ευημερίας των Ευρωπαίων πολιτών αλλά και των ζώων και των φυτών. Δεν μπορούμε όμως να εφησυχάζουμε. Η διατήρηση των καθαρών υδάτων κολύμβησης απαιτεί συνεχή προσοχή από τους υπευθύνους χάραξης πολιτικής. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο η τακτική παρακολούθηση και αξιολόγηση των περιοχών κολύμβησης παραμένει ζωτικό έργο.

Ο κ. Hans Bruyninckx, εκτελεστικός διευθυντής του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος

Το σύνολο σχεδόν των 21 801 περιοχών κολύμβησης που αποτέλεσαν αντικείμενο παρακολούθησης πέρυσι σε ολόκληρη την Ευρώπη, από τις οποίες οι 21 509 στα 28 κράτη μέλη της ΕΕ (95,9 %), πληρούσαν τις ελάχιστες απαιτήσεις ποιότητας σύμφωνα με τους κανόνες της ΕΕ, με βάση την έκθεση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος (ΕΟΠ) και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Η Αλβανία και η Ελβετία επίσης προέβησαν σε παρακολούθηση των υδάτων τους και υπέβαλαν έκθεση σχετικά με την ποιότητα 292 περιοχών κολύμβησης.

Συγκεκριμένα αποτελέσματα από την παρακολούθηση κατέδειξαν μικρή μείωση του αριθμού των περιοχών της ΕΕ που πληρούν τις υψηλότερες «εξαιρετικής ποιότητας» και τις ελάχιστες απαιτήσεις ποιότητας που ορίζονται στην οδηγία της ΕΕ για τα ύδατα κολύμβησης. Το ποσοστό των περιοχών που πληρούν τα πρότυπα «εξαιρετικής» ποιότητας σε όλη την Ευρώπη μειώθηκε οριακά, από 85,5 % το 2016 σε 85 % το περασμένο έτος. Ομοίως, εκείνες που πληρούν τα ελάχιστα επίπεδα «επαρκούς» ποιότητας μειώθηκαν από 96,3 % σε 96,0 %. Ο λόγος για τη μικρή αυτή μείωση οφείλεται κυρίως στις επιπτώσεις των θερινών βροχοπτώσεων στα αποτελέσματα των δοκιμών, καθώς και στις αλλαγές στη μεθοδολογία δοκιμών στη Ρουμανία και τη Σουηδία.

Το ποσοστό του συνόλου των περιοχών που βαθμολογήθηκαν ως «ανεπαρκείς» παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητο από το 2016 σε όλη την ΕΕ, την Αλβανία και την Ελβετία, σημειώνοντας πτώση από 1,5 % το 2016 σε 1,4 % το 2017.

Ο κ. Καρμένου Βέλα, επίτροπος αρμόδιος για θέματα περιβάλλοντος, θαλάσσιας πολιτικής και αλιείας, δήλωσε:  «Η ποιότητα των υδάτων κολύμβησης αποτελεί πηγή υπερηφάνειας για τους Ευρωπαίους. Η ποιότητα αυτή οφείλεται στην καλή συνεργασία και τη συνεχή επαγρύπνηση. Διαδραματίζουμε όλοι κάποιο ρόλο: βιομηχανία, τοπικές αρχές και υπηρεσίες μαζί με τους πολίτες. Είμαστε στην ευχάριστη θέση να σας αναφέρουμε ότι το ευρωπαϊκό πνεύμα συνεργασίας για τα ύδατα κολύμβησης είναι ζωντανό και εξακολουθεί να αποδίδει καρπούς για τους πολίτες μας. Αν προσθέσετε και τα πρόσφατα προταθέντα μέτρα για την απομάκρυνση των πλαστικών από τις θάλασσές μας, ήταν πράγματι μια καλή χρονιά για τις ευρωπαϊκές θάλασσες, τις παραλίες και τις λίμνες.»

Ο κ. Hans Bruyninckx, εκτελεστικός διευθυντής του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος, δήλωσε: «Η μείωση της ρύπανσης των υδάτων είναι προς όφελος της ευημερίας των Ευρωπαίων πολιτών αλλά και των ζώων και των φυτών. Δεν μπορούμε όμως να εφησυχάζουμε. Η διατήρηση των καθαρών υδάτων κολύμβησης απαιτεί συνεχή προσοχή από τους υπευθύνους χάραξης πολιτικής. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο η τακτική παρακολούθηση και αξιολόγηση των περιοχών κολύμβησης παραμένει ζωτικό έργο.»

Η ποιότητα των υδάτων κολύμβησης στην Ευρώπη έχει βελτιωθεί σημαντικά τα τελευταία 40 έτη, όταν και εκδόθηκε η οδηγία της ΕΕ για τα ύδατα κολύμβησης. Η αποτελεσματική παρακολούθηση και διαχείριση που θεσπίστηκαν στο πλαίσιο της οδηγίας οδήγησε σε δραστική μείωση των ανεπεξέργαστων ή μερικώς επεξεργασμένων αστικών και βιομηχανικών λυμάτων που καταλήγουν στο νερό.  Ως εκ τούτου, ολοένα και περισσότερες περιοχές κολύμβησης όχι μόνο πληρούν τα ελάχιστα πρότυπα, αλλά έχουν επίσης βελτιώσει την ποιότητά τους ώστε να πληρούν τα υψηλότερα δυνατά πρότυπα. Παράλληλα με την εφετινή έκθεση, ο ΕΟΠ δημοσίευσε επίσης έναν επικαιροποιημένο διαδραστικό χάρτη με τις επιδόσεις κάθε περιοχής κολύμβησης. Επικαιροποιημένες εκθέσεις ανά χώρα είναι επίσης διαθέσιμες εδώ, καθώς και περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την οδηγία.

Άλλα σημαντικά ευρήματα:

  • Σε πέντε χώρες, τουλάχιστον το 95 % των υδάτων κολύμβησης αξιολογήθηκε ως «εξαιρετικής ποιότητας»: στο Λουξεμβούργο (και οι 12 δηλωθείσες περιοχές κολύμβησης), στην Κύπρο (97,3 % του συνόλου), στη Μάλτα (99 % του συνόλου), στην Ελλάδα (95,9 % του συνόλου) και στην Αυστρία (95,1 % του συνόλου).
  • Όλες οι δηλωθείσες περιοχές υδάτων κολύμβησης στην Αυστρία, το Βέλγιο, την Κροατία, την Κύπρο, την Ελλάδα, τη Λετονία, το Λουξεμβούργο, τη Μάλτα, τη Ρουμανία, τη Σλοβενία και την Ελβετία διέθεταν τουλάχιστον επαρκή ποιότητα το 2017 (σύμφωνα με τα ελάχιστα πρότυπα ποιότητας που ορίζει η οδηγία για τα ύδατα κολύμβησης).
  • Οι τρεις χώρες με τους υψηλότερους αριθμούς περιοχών κολύμβησης με ύδατα «ανεπαρκούς ποιότητας» ήταν η Ιταλία (79 περιοχές κολύμβησης ή ποσοστό 1,4 %), η Γαλλία (80 περιοχές κολύμβησης ή 2,4 %) και η Ισπανία (38 περιοχές ή 1,7 %). Στα κράτη μέλη της ΕΕ, το υψηλότερο ποσοστό υδάτων κολύμβησης που έχουν χαρακτηριστεί ως «ανεπαρκούς ποιότητας» καταγράφηκε στην Εσθονία (τέσσερις περιοχές υδάτων κολύμβησης ή 7,4 %), την Ιρλανδία (επτά περιοχές υδάτων κολύμβησης ή 4,9 %) και το Ηνωμένο Βασίλειο (21περιοχές υδάτων κολύμβησης ή 3,3 %). 

 

Ιστορικό

Η μόλυνση των υδάτων από βακτήρια κοπράνων εξακολουθεί να θέτει σε κίνδυνο την ανθρώπινη υγεία, ιδίως όταν διαπιστώνεται σε περιοχές κολύμβησης. Η κολύμβηση σε μολυσμένες παραλίες ή λίμνες μπορεί να προκαλέσει την εμφάνιση ασθενειών. Οι κύριες πηγές της ρύπανσης είναι η αποχέτευση και η αποστράγγιση υδάτων από γεωργικές εκμεταλλεύσεις και γεωργικές εκτάσεις. Η ρύπανση αυτή αυξάνεται κατά τη διάρκεια ισχυρών βροχοπτώσεων και πλημμυρών λόγω της υπερχείλισης λυμάτων και της απορροής μολυσμένων υδάτων αποστράγγισης σε ποταμούς και θάλασσες. Όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ, καθώς και η Αλβανία και η Ελβετία, παρακολουθούν τις περιοχές κολύμβησης σύμφωνα με τις διατάξεις της οδηγίας της ΕΕ για τα ύδατα κολύμβησης. Η αξιολόγηση της ποιότητας των υδάτων κολύμβησης σύμφωνα με την οδηγία για τα ύδατα κολύμβησης κάνει χρήση των τιμών δύο μικροβιολογικών παραμέτρων: των εντερόκοκκων και των κολοβακτηριδίων (Escherichia coli). Η νομοθεσία προσδιορίζει εάν η ποιότητα των υδάτων κολύμβησης μπορεί να χαρακτηριστεί «εξαιρετική», «ικανοποιητική», «επαρκής» ή «ανεπαρκής», ανάλογα με τα επίπεδα των βακτηρίων κοπράνων που ανιχνεύονται. Όταν τα ύδατα χαρακτηρίζονται «ανεπαρκούς ποιότητας», τα κράτη μέλη οφείλουν να λάβουν ορισμένα μέτρα, για παράδειγμα, να απαγορεύουν την κολύμβηση ή να αναρτούν ανακοίνωση που συνιστά την αποφυγή της, να ενημερώνουν το κοινό και να λαμβάνουν κατάλληλες επανορθωτικές ενέργειες.

 

 

Permalinks

Geographic coverage

Temporal coverage

Ενέργειες Εγγράφων